Οι δωρεές και οι κληρονομιές βυζαντινών αξιωματούχων αλλά και πολλών πολιτών που γίνονταν μοναχοί και παραχωρούσαν περιουσιακά τους στοιχεία στην εκκλησία, ήταν οι πρώτες πηγές δημιουργίας της τεράστιας περιουσίας της εκκλησίας.
Κατά την περίοδο του Βυζαντίου η Εκκλησία και το Κράτος ήταν δυο μορφές εξουσίας που στην ουσία συνδιοικουσαν την τότε αυτοκρατορία...Αυτή η...μορφή του πολιτεύματος κράτησε μέχρι την άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453. Η πάλε ποτέ κραταιά βυζαντινή αυτοκρατορία αντικαταστάθηκε από μια διαφορετικής μορφής εξουσίας,την Οθωμανική αυτοκρατορία και ο ελληνισμός εντάχθηκε κάτω από μια σκληρή κεντρική διοίκηση.
Η υποδούλωση των Ελλήνων δημιούργησε συσπειρωτικες τάσεις προς επιβίωση των. Ο Μωάμεθ ο Πορθητής αναγνώρισε το τότε Πατριάρχη Γεννάδιο σαν τον εκκλησιαστικό ηγέτη των ελλήνων οι οποίοι τον ανέδειξαν ατύπως και σαν πολιτικό ηγέτη. Έτσι δημιουργήθηκε η Εθναρχια, δηλ. η δημιουργία άτυπου κράτους μέσα στο κράτος. Έτσι λοιπόν κατά την μακρά περίοδο των 400χρονων υποδούλωσης ,η εκκλησία υπήρξε η πολιτική και η θεσμική εξουσία των ελλήνων και αυτή που διέσωσε την ιστορική κληρονομιά του γένους.
Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της δυαρχίας ήταν, όταν πέθαινε ένας έλληνας χωρίς απογόνους η κεντρική διοίκηση των Οθωμανών είχε βγάλει φιρμάνι για κατοχύρωση της περιούσιας στο οθωμανικό κράτος. Για να μην μεταβιβασθεί ελληνική περιουσία σε τουρκικά χέρια οι άκληροι έλληνες δώριζαν την περιουσία τους στην εκκλησία. Έτσι λοιπόν η εκκλησία βρέθηκε με μια τεράστια περιουσία που δεν θα την αποκτούσε ποτέ κάτω από άλλες συνθήκες.
Η εθνική παλιγενεσία ήταν αποτέλεσμα του άσβηστου φωτός που διατήρησε η εκκλησία όλα αυτά τα χρόνια. Μετά τη επανάσταση του 1821 και την ίδρυση του ελληνικού κράτους μπήκε στο τραπέζι το ζήτημα της διάκρισης των εξουσιών, αλλά και της σχέσης της εκκλησίας της Ελλάδος με το οικουμενικό πατριαρχείο.
Το 1833 τελικά ανακηρύχθηκε η ανεξαρτησία της ελλαδικής εκκλησίας με βασιλικό διάταγμα με τρεις βασικούς άξονες . 1. το αυτοκέφαλο 2. το καισαροπαπικο σύστημα και 3. τη διάλυση των μοναστηριών.
Για το τρίτο άξονα της πολιτειακής εξουσίας ψηφίσθηκε κατάργηση 534 ανδρικών μοναστηριών που είχαν κάτω από 6 μοναχούς και σχεδόν όλα τα γυναικεία. Δημεύτηκε όλη η κινητή και ακίνητη περιουσία τους και απαγορεύτηκε οποιαδήποτε δωρεά. Το κράτος θα εκποιούσε την περιούσια αυτή και τα έσοδα θα ενίσχυαν τις δαπάνες για την παιδεία. Το αποτέλεσμα αυτού ήταν και ο μοναχισμός να δεχθεί καίριο πλήγμα και η παιδεία να μην καρπωθεί τα αναμενόμενα μιας και οι επιτήδειοι φρόντισαν να ιδιοποιηθούν την τεράστια αυτή περιουσία.
Στη διάρκεια της δεύτερης και τρίτης δεκαετίας του 20ου αιώνα, μετά τους βαλκανικούς και τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο κυρίως δε έπειτα από τη Μικρασιατική Καταστροφή (1922), το ελληνικό κράτος επέτεινε την απαλλοτριωτική του επιβολή σε βάρος της εκκλησιαστικής περιουσίας. Με τους νόμους 1072/1917 και 2050/1920 ("αγροτικός νόμος") και άλλους μεταγενέστερους απαλλοτριώθηκαν αναγκαστικά πολλές μοναστηριακές εκτάσεις για την αποκατάσταση προσφύγων και ακτημόνων και για λόγους "προφανούς ανάγκης και δημόσιας ασφαλείας". Είναι χαρακτηριστικό ότι στην περίοδο 1917 μέχρι 1930 απαλλοτριώθηκαν εκκλησιαστικές εκτάσεις αξίας άνω του ενός δισεκατομμυρίου προπολεμικών δραχμών και το Κράτος κατέβαλε στο Γενικό Εκκλησιαστικό Ταμείο μόνο το 4% (40 εκατομμύρια δραχμές). Τα υπόλοιπα 960 εκατομμύρια οφείλονται ακόμα! Τα περισσότερα μοναστήρια καταδικάστηκαν με τον τρόπο αυτό σε μαρασμό και λειψανδρία! Να σημειωθεί ότι σύμφωνα με υπολογισμούς κατά την πρώτη φάση μόνο, το 50% της γεωργική γης της εκκλησίας δόθηκε σε ακτήμονες, ενώ και η δεύτερη φάση που ολοκληρώθηκε γύρω στο 1930 ήταν εξίσου μεγάλο το κομμάτι γης της εκκλησίας που απαλλοτριώθηκε.
Το 1947 με νομοσχέδιο παραχωρείτε η γεωργική και χορτολιβαδικη περιουσία της εκκλησίας στους ακτήμονες με υποχρεωτική μίσθωση για δέκα χρονια.αργοτερα η περιουσία αυτή απαλλοτριώθηκε ολοκληρωτικά και τα μοναστήρια έμειναν τελικά χωρίς περιουσία.
Το 1949 μετά τον εμφύλιο η κυβέρνηση κάλεσε τους πάντες να συμμετέχουν στην αποκατάσταση των πληγέντων από τον πόλεμο . Οι διαπραγματεύσεις με την εκκλησία κατέληξαν το 1952 με απόφαση παραχώρησης των 4/5 της αγροτολιβαδικης περιουσίας και αναγνώριση της κυριότητας της επί των υπολοίπων.
Ένα χρόνο μετά η πολιτεία αλλάζει τον νόμο και χαρακτηρίζει τα κτήματα της εκκλησίας σαν «διακατεχόμενα» δηλ. η νομή της εκκλησίας είναι προσωρινή έως εμφανισθεί ο έχων την κυριότητα.
Με την από 18/9/1952 "Σύμβαση περί εξαγοράς υπό του Δημοσίου κτημάτων της Εκκλησίας προς αποκατάστασιν ακτημόνων γεωργικών κτηνοτρόφων", η Εκκλησία της Ελλάδος υποχρεώθηκε να παραχωρήσει στο Κράτος το 80% της καλλιεργούμενης ή καλλιεργήσιμης αγροτικής περιουσίας της με αντάλλαγμα να λάβει κάποια αστικά ακίνητα και 45.000.000 δραχμές νέας (τότε) εκδόσεως. Στη σύμβαση του 1952 περιέχεται η διακήρυξη του κράτους ότι η απαλλοτρίωση αυτή είναι η τελευταία και δεν πρόκειται να υπάρξει νεότερη στο μέλλον, ενώ υπάρχει και η δέσμευση ότι η Πολιτεία θα παρέχει κάθε αναγκαία υποστήριξη (υλική και τεχνική), ώστε η Εκκλησία να μπορέσει να αξιοποιήσει την εναπομείνουσα περιουσία της. Στην ίδια σύμβαση καθιερώθηκε και η "μισθοδοσία" των κληρικών από τον Κρατικό Προϋπολογισμό - του δε Αρχιεπισκόπου και των Μητροπολιτών από το έτος 1980 - ως υποχρέωσης του Κράτους έναντι των μεγάλων παραχωρήσεων γης στις οποίες είχε προβεί η Εκκλησία της Ελλάδος κατά την δεκαετία 1922-32. Δηλαδή, επειδή το Κράτος αδυνατούσε να καταβάλει οποιοδήποτε αντίτιμο - όπως προέβλεπε ο νόμος του 1932 - συνεφωνήθη να μισθοδοτούνται έπ’ άπειρον οι κληρικοί και το Κράτος δεσμεύθηκε επ' αυτού.
ΣΗΜΕΡΑ
Από στοιχεία της Αγροτικής Τράπεζας
- Το Δημόσιο κατέχει 43 εκ. στρέμματα
- Οι ΟΤΑ 15 εκ. στρέμματα
- Οι Συνεταιρισμοί 1,1 εκ. στρέμματα και
- Η εκκλησία 1,3 εκ. στρέμματα
Στις μέρες μας η εκκλησία κατέχει μόνο το 4% της αρχικής της περιουσίας του 1830. Τα 1,3 εκ. στρέμματα που υπολογίζουν ότι της ανήκουν , είτε είναι καταπατημένα, είτε είναι δασικές εκτάσεις ,είτε είναι στρέμματα μη καλλιεργήσιμα. Μόνο τα 169.000 στρέμματα αποτελούν καλλιεργήσιμη γη, και ανήκουν σε 10.000 ΝΠΔΔ που είναι ναοί και μοναστήρια . Όσον αφορά τις εκτάσεις που βρίσκονται σε αστικές περιοχές οι περισσότερες έχουν δεσμευθεί από τους ΟΤΑ για πλατείες, παιδικές χαρές ή χώρους αναψυχής.
Ένα από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι τα 257 στρέμματα που ανήκουν στην εκκλησία στη περιοχή της Βουλιαγμένης. Από αυτά τα 238 είναι δεσμευμένα από το Δήμο και ότι έχει πολεοδομηθει έχει γίνει με παραχώρηση της εκκλησίας.
Το ίδιο έχει συμβεί με το Πανεπιστήμιο, την Ακαδημία, το Οφθαλμιατρείο, τη Βιβλιοθήκη, τον Ευαγγελισμό, το ΝΙΜΤΣ, το Ιπποκράτειο, τη Ριζαριο, το Αιγινητειο, το Μετσοβιο, το Αρεταιειο, το Παίδων, το νοσοκομείο Συγγρού, το Ασκληπειο Βούλας, 142 γυμνάσια και λύκεια της Αττικής, είναι μερικά από τα κτήρια που παραχωρήθηκαν ή ανεγέρθησαν κτήρια σε ακίνητα που δωρηθησαν από την εκκλησία. Το διο συνέβη και για ολόκληρες περιοχές όπως το Πέραμα, τη Καισαριανή, το Γουδί, ο Καρεας και το μισό Κολωνάκι, καθιστώντας την εκκλησία επάξια σαν τον μεγαλύτερο ευεργέτη του σύγχρονου ελληνικού κράτους.
Σύμφωνα με στοιχεία του ΕΚΥΟ (Εκκλησιαστική Κεντρική Υπηρεσία Οικονομικών της εκκλησίας της Ελλάδος) τα έσοδα από την αξιοποίηση της ακίνητης περιουσίας ανήλθαν σε 19εκ ευρω το 2008 και 12εκ ευρω το 2009, αντίστοιχα, όταν ο ετήσιος προϋπολογισμός της κεντρικής διοίκησης φθάνει τα 20εκ ευρω, λέει ο κ Πυλαρινος υπεύθυνος για τα οικονομικά της εκκλησίας.
Επίσης η εκκλησία της Ελλάδος είναι από τους σημαντικότερους μετόχους (2%) της Εθνικής Τράπεζας με 9 εκ. μετοχές αξίας 140 εκ. ευρω.
Χαρακτηριστικά παραδείγματα από τις δαπάνες σε λειτουργικά έξοδα και σε φιλανθρωπίες η εκκλησία της Ελλάδος ετησίως :
Συντηρεί χιλιάδες ιερούς ναούς
Συντηρεί πλήθος γηροκομείων
Προσφέρει πάνω από 9εκ. μερίδες/ετος σε απόρους
Επιχορηγεί με 430.000 ευρώ βρεφονηπιακούς σταθμούς.
200.000 ευρώ για κοινωνικούς και θρησκευτικούς σκοπούς
360.000 ευρώ για ενίσχυση ιερών μονών
98.000 ευρώ για ασφάλιση μοναχών
3 εκ. για συντήρηση και επισκευές ναών ,μοναστηριών κλπ
σημειωτέον ότι μόνο για το έτος 2009 η εκκλησία της Ελλάδος παρείχε για φιλανθρωπικούς σκοπούς το ποσό των 100 εκ ευρω.
Η μισθοδοσία των 9500 κληρικών ανέρχεται στα 161εκ ευρω ετησίως και καλύπτεται από τον κρατικό προϋπολογισμό. Σε περίπτωση αποκοπής τους από τις υποχρεώσεις του κράτους και πληρωμή τους από τα ταμεία της εκκλησίας θα στερήσει πολύ απλά την εκκλησία από το φιλανθρωπικό της έργο.
Η εκκλησία είναι ο οργανισμός με την μεγαλύτερη προσφορά στο ελληνικό κράτος (ανεξαρτήτως οικονομικής κρίσης), σε πείσμα εκείνων που την λοιδορούν με κάθε ευκαιρία, απαντωντας στο ερωτημα αν πρεπει να συμμετεχει στην εκτακτη εισφορα των ακινητων. Η εκκλησια της Ελλαδος θα ειναι παντα παρουσα ,ειτε ηθικα ειτε οικονομικα.
Κρουστης Αντωνης
πηγή: http://ksipnistere.blogspot.com
Κατά την περίοδο του Βυζαντίου η Εκκλησία και το Κράτος ήταν δυο μορφές εξουσίας που στην ουσία συνδιοικουσαν την τότε αυτοκρατορία...Αυτή η...μορφή του πολιτεύματος κράτησε μέχρι την άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453. Η πάλε ποτέ κραταιά βυζαντινή αυτοκρατορία αντικαταστάθηκε από μια διαφορετικής μορφής εξουσίας,την Οθωμανική αυτοκρατορία και ο ελληνισμός εντάχθηκε κάτω από μια σκληρή κεντρική διοίκηση.
Η υποδούλωση των Ελλήνων δημιούργησε συσπειρωτικες τάσεις προς επιβίωση των. Ο Μωάμεθ ο Πορθητής αναγνώρισε το τότε Πατριάρχη Γεννάδιο σαν τον εκκλησιαστικό ηγέτη των ελλήνων οι οποίοι τον ανέδειξαν ατύπως και σαν πολιτικό ηγέτη. Έτσι δημιουργήθηκε η Εθναρχια, δηλ. η δημιουργία άτυπου κράτους μέσα στο κράτος. Έτσι λοιπόν κατά την μακρά περίοδο των 400χρονων υποδούλωσης ,η εκκλησία υπήρξε η πολιτική και η θεσμική εξουσία των ελλήνων και αυτή που διέσωσε την ιστορική κληρονομιά του γένους.
Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της δυαρχίας ήταν, όταν πέθαινε ένας έλληνας χωρίς απογόνους η κεντρική διοίκηση των Οθωμανών είχε βγάλει φιρμάνι για κατοχύρωση της περιούσιας στο οθωμανικό κράτος. Για να μην μεταβιβασθεί ελληνική περιουσία σε τουρκικά χέρια οι άκληροι έλληνες δώριζαν την περιουσία τους στην εκκλησία. Έτσι λοιπόν η εκκλησία βρέθηκε με μια τεράστια περιουσία που δεν θα την αποκτούσε ποτέ κάτω από άλλες συνθήκες.
Η εθνική παλιγενεσία ήταν αποτέλεσμα του άσβηστου φωτός που διατήρησε η εκκλησία όλα αυτά τα χρόνια. Μετά τη επανάσταση του 1821 και την ίδρυση του ελληνικού κράτους μπήκε στο τραπέζι το ζήτημα της διάκρισης των εξουσιών, αλλά και της σχέσης της εκκλησίας της Ελλάδος με το οικουμενικό πατριαρχείο.
Το 1833 τελικά ανακηρύχθηκε η ανεξαρτησία της ελλαδικής εκκλησίας με βασιλικό διάταγμα με τρεις βασικούς άξονες . 1. το αυτοκέφαλο 2. το καισαροπαπικο σύστημα και 3. τη διάλυση των μοναστηριών.
Για το τρίτο άξονα της πολιτειακής εξουσίας ψηφίσθηκε κατάργηση 534 ανδρικών μοναστηριών που είχαν κάτω από 6 μοναχούς και σχεδόν όλα τα γυναικεία. Δημεύτηκε όλη η κινητή και ακίνητη περιουσία τους και απαγορεύτηκε οποιαδήποτε δωρεά. Το κράτος θα εκποιούσε την περιούσια αυτή και τα έσοδα θα ενίσχυαν τις δαπάνες για την παιδεία. Το αποτέλεσμα αυτού ήταν και ο μοναχισμός να δεχθεί καίριο πλήγμα και η παιδεία να μην καρπωθεί τα αναμενόμενα μιας και οι επιτήδειοι φρόντισαν να ιδιοποιηθούν την τεράστια αυτή περιουσία.
Στη διάρκεια της δεύτερης και τρίτης δεκαετίας του 20ου αιώνα, μετά τους βαλκανικούς και τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο κυρίως δε έπειτα από τη Μικρασιατική Καταστροφή (1922), το ελληνικό κράτος επέτεινε την απαλλοτριωτική του επιβολή σε βάρος της εκκλησιαστικής περιουσίας. Με τους νόμους 1072/1917 και 2050/1920 ("αγροτικός νόμος") και άλλους μεταγενέστερους απαλλοτριώθηκαν αναγκαστικά πολλές μοναστηριακές εκτάσεις για την αποκατάσταση προσφύγων και ακτημόνων και για λόγους "προφανούς ανάγκης και δημόσιας ασφαλείας". Είναι χαρακτηριστικό ότι στην περίοδο 1917 μέχρι 1930 απαλλοτριώθηκαν εκκλησιαστικές εκτάσεις αξίας άνω του ενός δισεκατομμυρίου προπολεμικών δραχμών και το Κράτος κατέβαλε στο Γενικό Εκκλησιαστικό Ταμείο μόνο το 4% (40 εκατομμύρια δραχμές). Τα υπόλοιπα 960 εκατομμύρια οφείλονται ακόμα! Τα περισσότερα μοναστήρια καταδικάστηκαν με τον τρόπο αυτό σε μαρασμό και λειψανδρία! Να σημειωθεί ότι σύμφωνα με υπολογισμούς κατά την πρώτη φάση μόνο, το 50% της γεωργική γης της εκκλησίας δόθηκε σε ακτήμονες, ενώ και η δεύτερη φάση που ολοκληρώθηκε γύρω στο 1930 ήταν εξίσου μεγάλο το κομμάτι γης της εκκλησίας που απαλλοτριώθηκε.
Το 1947 με νομοσχέδιο παραχωρείτε η γεωργική και χορτολιβαδικη περιουσία της εκκλησίας στους ακτήμονες με υποχρεωτική μίσθωση για δέκα χρονια.αργοτερα η περιουσία αυτή απαλλοτριώθηκε ολοκληρωτικά και τα μοναστήρια έμειναν τελικά χωρίς περιουσία.
Το 1949 μετά τον εμφύλιο η κυβέρνηση κάλεσε τους πάντες να συμμετέχουν στην αποκατάσταση των πληγέντων από τον πόλεμο . Οι διαπραγματεύσεις με την εκκλησία κατέληξαν το 1952 με απόφαση παραχώρησης των 4/5 της αγροτολιβαδικης περιουσίας και αναγνώριση της κυριότητας της επί των υπολοίπων.
Ένα χρόνο μετά η πολιτεία αλλάζει τον νόμο και χαρακτηρίζει τα κτήματα της εκκλησίας σαν «διακατεχόμενα» δηλ. η νομή της εκκλησίας είναι προσωρινή έως εμφανισθεί ο έχων την κυριότητα.
Με την από 18/9/1952 "Σύμβαση περί εξαγοράς υπό του Δημοσίου κτημάτων της Εκκλησίας προς αποκατάστασιν ακτημόνων γεωργικών κτηνοτρόφων", η Εκκλησία της Ελλάδος υποχρεώθηκε να παραχωρήσει στο Κράτος το 80% της καλλιεργούμενης ή καλλιεργήσιμης αγροτικής περιουσίας της με αντάλλαγμα να λάβει κάποια αστικά ακίνητα και 45.000.000 δραχμές νέας (τότε) εκδόσεως. Στη σύμβαση του 1952 περιέχεται η διακήρυξη του κράτους ότι η απαλλοτρίωση αυτή είναι η τελευταία και δεν πρόκειται να υπάρξει νεότερη στο μέλλον, ενώ υπάρχει και η δέσμευση ότι η Πολιτεία θα παρέχει κάθε αναγκαία υποστήριξη (υλική και τεχνική), ώστε η Εκκλησία να μπορέσει να αξιοποιήσει την εναπομείνουσα περιουσία της. Στην ίδια σύμβαση καθιερώθηκε και η "μισθοδοσία" των κληρικών από τον Κρατικό Προϋπολογισμό - του δε Αρχιεπισκόπου και των Μητροπολιτών από το έτος 1980 - ως υποχρέωσης του Κράτους έναντι των μεγάλων παραχωρήσεων γης στις οποίες είχε προβεί η Εκκλησία της Ελλάδος κατά την δεκαετία 1922-32. Δηλαδή, επειδή το Κράτος αδυνατούσε να καταβάλει οποιοδήποτε αντίτιμο - όπως προέβλεπε ο νόμος του 1932 - συνεφωνήθη να μισθοδοτούνται έπ’ άπειρον οι κληρικοί και το Κράτος δεσμεύθηκε επ' αυτού.
ΣΗΜΕΡΑ
Από στοιχεία της Αγροτικής Τράπεζας
- Το Δημόσιο κατέχει 43 εκ. στρέμματα
- Οι ΟΤΑ 15 εκ. στρέμματα
- Οι Συνεταιρισμοί 1,1 εκ. στρέμματα και
- Η εκκλησία 1,3 εκ. στρέμματα
Στις μέρες μας η εκκλησία κατέχει μόνο το 4% της αρχικής της περιουσίας του 1830. Τα 1,3 εκ. στρέμματα που υπολογίζουν ότι της ανήκουν , είτε είναι καταπατημένα, είτε είναι δασικές εκτάσεις ,είτε είναι στρέμματα μη καλλιεργήσιμα. Μόνο τα 169.000 στρέμματα αποτελούν καλλιεργήσιμη γη, και ανήκουν σε 10.000 ΝΠΔΔ που είναι ναοί και μοναστήρια . Όσον αφορά τις εκτάσεις που βρίσκονται σε αστικές περιοχές οι περισσότερες έχουν δεσμευθεί από τους ΟΤΑ για πλατείες, παιδικές χαρές ή χώρους αναψυχής.
Ένα από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι τα 257 στρέμματα που ανήκουν στην εκκλησία στη περιοχή της Βουλιαγμένης. Από αυτά τα 238 είναι δεσμευμένα από το Δήμο και ότι έχει πολεοδομηθει έχει γίνει με παραχώρηση της εκκλησίας.
Το ίδιο έχει συμβεί με το Πανεπιστήμιο, την Ακαδημία, το Οφθαλμιατρείο, τη Βιβλιοθήκη, τον Ευαγγελισμό, το ΝΙΜΤΣ, το Ιπποκράτειο, τη Ριζαριο, το Αιγινητειο, το Μετσοβιο, το Αρεταιειο, το Παίδων, το νοσοκομείο Συγγρού, το Ασκληπειο Βούλας, 142 γυμνάσια και λύκεια της Αττικής, είναι μερικά από τα κτήρια που παραχωρήθηκαν ή ανεγέρθησαν κτήρια σε ακίνητα που δωρηθησαν από την εκκλησία. Το διο συνέβη και για ολόκληρες περιοχές όπως το Πέραμα, τη Καισαριανή, το Γουδί, ο Καρεας και το μισό Κολωνάκι, καθιστώντας την εκκλησία επάξια σαν τον μεγαλύτερο ευεργέτη του σύγχρονου ελληνικού κράτους.
Σύμφωνα με στοιχεία του ΕΚΥΟ (Εκκλησιαστική Κεντρική Υπηρεσία Οικονομικών της εκκλησίας της Ελλάδος) τα έσοδα από την αξιοποίηση της ακίνητης περιουσίας ανήλθαν σε 19εκ ευρω το 2008 και 12εκ ευρω το 2009, αντίστοιχα, όταν ο ετήσιος προϋπολογισμός της κεντρικής διοίκησης φθάνει τα 20εκ ευρω, λέει ο κ Πυλαρινος υπεύθυνος για τα οικονομικά της εκκλησίας.
Επίσης η εκκλησία της Ελλάδος είναι από τους σημαντικότερους μετόχους (2%) της Εθνικής Τράπεζας με 9 εκ. μετοχές αξίας 140 εκ. ευρω.
Χαρακτηριστικά παραδείγματα από τις δαπάνες σε λειτουργικά έξοδα και σε φιλανθρωπίες η εκκλησία της Ελλάδος ετησίως :
Συντηρεί χιλιάδες ιερούς ναούς
Συντηρεί πλήθος γηροκομείων
Προσφέρει πάνω από 9εκ. μερίδες/ετος σε απόρους
Επιχορηγεί με 430.000 ευρώ βρεφονηπιακούς σταθμούς.
200.000 ευρώ για κοινωνικούς και θρησκευτικούς σκοπούς
360.000 ευρώ για ενίσχυση ιερών μονών
98.000 ευρώ για ασφάλιση μοναχών
3 εκ. για συντήρηση και επισκευές ναών ,μοναστηριών κλπ
σημειωτέον ότι μόνο για το έτος 2009 η εκκλησία της Ελλάδος παρείχε για φιλανθρωπικούς σκοπούς το ποσό των 100 εκ ευρω.
Η μισθοδοσία των 9500 κληρικών ανέρχεται στα 161εκ ευρω ετησίως και καλύπτεται από τον κρατικό προϋπολογισμό. Σε περίπτωση αποκοπής τους από τις υποχρεώσεις του κράτους και πληρωμή τους από τα ταμεία της εκκλησίας θα στερήσει πολύ απλά την εκκλησία από το φιλανθρωπικό της έργο.
Η εκκλησία είναι ο οργανισμός με την μεγαλύτερη προσφορά στο ελληνικό κράτος (ανεξαρτήτως οικονομικής κρίσης), σε πείσμα εκείνων που την λοιδορούν με κάθε ευκαιρία, απαντωντας στο ερωτημα αν πρεπει να συμμετεχει στην εκτακτη εισφορα των ακινητων. Η εκκλησια της Ελλαδος θα ειναι παντα παρουσα ,ειτε ηθικα ειτε οικονομικα.
Κρουστης Αντωνης
πηγή: http://ksipnistere.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου